Ήμουν γύρω στα 11 και κολλημένη με τους Πέντε Φίλους (ποτέ δε θα καταλάβω πώς η γιαγιάκα Ένιντ Μπλάιτον κράτησε τόσα παιδιά και εφήβους ερωτευμένους με τα βιβλία της, το κατάφερε, όμως).

Έκαναν όμως 700 δραχμές το ένα, κι εγώ τα διάβαζα σα να ‘ταν Μίκυ Μάους, τα έτρωγα για πρωινό, δεν προλάβαινα ούτε να τους τσακίσω σελίδα για σημάδι.

Τι να έκανα;

Έπεσα στην παρανομία.

Πήγαινα στην Αργώ, το “μεγάλο” βιβλιοπωλείο τότε της γειτονιάς μου. Διάλεγα το βιβλίο, ζητούσα να μου το τυλίξουν για δώρο, γυρνούσα σπίτι το διάβαζα ευλαβικά και την επόμενη μέρα το επέστρεφα, δήθεν ότι το είχε ήδη η ξαδέρφη μου, κι έπαιρνα το επόμενο της σειράς. Δύο στην τιμή του ενός, μπορεί κάπως έτσι να βγήκε.

Το σκεφτόμουν χρόνια μετά, στη νυχτερινή μου ξενάγηση στα Public.

Ανάμεσα στις τεράστιες βιβλιοθήκες και στα μίνι αναγνωστήρια -ψυχή πουθενά, εκεί που μπορείς τώρα να καθίσεις με τις ώρες και να διαβάσεις ΟΠΟΙΟ βιβλίο σου κάνει όρεξη, κι αν δεν το τελειώσεις να ξαναγυρίσεις αύριο, βρε αδερφέ, και να το συνεχίσεις, εκεί έψαχνα μετά μανίας για μια γωνίτσα να κρυφτώ, να μη με δουν και να μ’ αφήσουν στην ησυχία μου όλη τη νύχτα.

Το σκεφτόμουν ακούγοντας την ιστορία του κυρίου που έχει γυρίσει 17 φορές πίσω βιβλία για “αλλαγή”. Αδερφέ τολμηρέ βιβλιοσκώληκα, I salute you.

Το σκεφτόμουν όταν δούλευα στον Ευριπίδη του Χαλανδρίου κι ύστερα στα τότε Borders του Λονδίνου με τα τεράστια πουφ -το καλύτερο πράγμα για διάβασμα- και τις εφημερίδες, και θα το σκέφτομαι παντού, σε όλα τα βιβλιοπωλεία που έχουν και ακατάστατα, διαβασμένα, ράφια και κάνουν στον εαυτό τους την τιμή να προσφέρονται στους φίλους τους. Όχι μόνο ως μαγαζιά, αλλά και ως βιβλιοθήκες.

2014-11-26 21.29.46

Γίνετε πιο πολλά, παρακαλούμε.

 

Newsletter

Ενημερώσεις, αποκλειστικότητες, τέτοια.

Σ' ευχαριστώ για την εγγραφή, θα τα πούμε σύντομα!