Τα Χριστούγεννα του 2012 τα πέρασα δίπλα στο τζάκι γράφοντας ένα αστυνομικό διήγημα (tech noir, λέει η Λυδία), με τίτλο Έγκλημα στο μέλλον. Στην πραγματικότητα ήταν ένα διήγημα-ξόρκι για τα σβησμένα καλοριφέρ, το οποίο τελικά δημοσιεύτηκε σε οχτώ (8) συνέχειες στο protagon.gr, με αφορμή αυτόν το διαγωνισμό. Αν σιχαίνεσαι να διαβάζεις πράγματα σε συνέχειες ή αν έχασες κάποιο επεισόδιο, μπορείς να διαβάσεις ολόκληρο το διήγημα εδώ.
A trip to remember
Της Στέλλας Κάσδαγλη
Άραγε στους κοιτώνες της NASA υπάρχουν χαραγμένα κρεβάτια; Ξέρεις, «Σούλα είσαι πρέζα» και αρχικά με ημερομηνίες;
Η σκέψη τρύπωσε στο μυαλό του σαν κάμπια, ή μάλλον σαν πινέζα με κεφάλι, καρφωτά, για να τον προλάβει πριν αποκοιμηθεί. Τον πέτυχε ακριβώς στην εύθραυστη ηρεμία μεταξύ ύπνου και ξύπνιου που είχε διαδεχτεί τη μανία της αδρεναλίνης, και μηδένισε έτσι απλά την απόσταση που με τόσο κόπο είχε διανύσει τις τελευταίες τρεις ώρες ο Κωστής Ζαφειρόπουλος, κοιτάζοντας το ταβάνι.
Ανακάθισε στο σκληρό στρώμα βρίζοντας τη μάνα του, τα εγχειρίδια αυτοβοήθειας και όλους όσοι είχαν το θράσος να πουλάνε μαλακίες περί καλού ύπνου και σωστής διατροφής και ηρεμίας και αντιστρες τεχνικών, για να αποδίδεις, λέει, τα μέγιστα εκεί που πρέπει. Όταν πρέπει να αποδώσεις τα μέγιστα, το μόνο καύσιμο και το μόνο εργαλείο σου είναι η αδρεναλίνη. Και η καύλα. Σ’ αυτές θα στηριχτείς κι αυτές ούτε να κοιμηθείς θα σε αφήσουν ούτε να στίβεις γαμημένες πορτοκαλάδες. Θα επιβιώνεις για εβδομάδες ολόκληρες με δυο ώρες ύπνου κάθε βράδυ, θα γεμίζεις το στομάχι σου με κονσέρβες, καφέδες και τσιπς –ή καθόλου-, θα ξεχνάς ν’ ανοίξεις το παράθυρο, να κουνηθείς, να αναπνεύσεις, θα βρίζεις και θα αγκαλιάζεις την ομάδα σου σε λούπα και όταν έρθει η Στιγμή, θα βγάλεις εκεί έξω το τελευταίο γραμμάριο αδρεναλίνης, εκείνο που φύλαγες γι’ αυτήν ακριβώς τη Στιγμή, θα τους πάρεις τα σώβρακα, κι ύστερα… θα καταρρεύσεις. Τζάμπα οι ώρες που είχε σπαταλήσει προσπαθώντας να ηρεμήσει το ερεθισμένο του μυαλό. Για τον Κωστή Ζαφειρόπουλο, η Στιγμή είχε φτάσει.
Κατέβηκε από το κρεβάτι και περπάτησε ξυπόλητος ως την τουαλέτα, προσέχοντας να μην ξυπνήσει τον Κινέζο και τον Αμερικάνο που κοιμόντουσαν τον ύπνο του δικαίου. Αυτοί, προφανώς, είχαν πάρει κάτι βαρύ, γιατί και αδρεναλίνη είχαν και καύλα και τον ίδιο Γολγοθά να σκαρφαλώσουν το επόμενο πρωί. Η Στιγμή, όμως, ήταν μόνο για κείνον, σκέφτηκε καθώς κατούραγε, μ’ ένα λοξό χαμόγελο στο πρόσωπό του.
Ό Κινέζος ήταν εκτός συναγωνισμού. Η φορητή του μηχανή ξέρναγε τσιμέντο σε στρώσεις, για οικοδομές που δεν θα χρειάζονταν πια ανθρώπινα χέρια, ούτε εκατομμύρια για να χτιστούν. Η ιδέα ήταν καλή και η πατέντα δεν είχε λάθη, όμως ο ίδιος, ως προσωπικότητα, δεν έφτανε ούτε στο ένα δέκατου αυτού που χρειαζόταν για να στήσει μια επιχείρηση και να φέρει σε πέρας το πλάνο που του είχαν φορέσει με το ζόρι οι διψασμένοι Κινέζοι καθηγητάδες –ο Ζαφειρόπουλος ήταν σίγουρος γι’ αυτό, το ίδιο και η ομάδα που είχε σπεύσει στην αρχή να δουλέψει στο πρότζεκτ του Ασιάτη.
Το παιδί του Αμερικάνου, πάλι, ήταν συγκλονιστικό –αρκετές φορές μέσα στους δύο προηγούμενους μήνες είχε ευχηθεί να είχε σκεφτεί πρώτος εκείνος την ιδέα: ένας πομπός υλικών κυμάτων που θα μπορούσε να εντοπίσει και να κυκλώσει οποιονδήποτε τυφώνα, προτού πλήξει κάποια κατοικημένη ή ευαίσθητη περιοχή, και να τον ανακατευθύνει σε ένα λιγότερο επικίνδυνο σημείο που θα επέλεγε ο ίδιος, μέσα από το ανατροφοδοτούμενο λογισμικό του.
Αν η ομάδα του Αμερικάνου κέρδιζε τις εντυπώσεις στην παρουσίαση της επόμενης ημέρας και το Redirectus έπαιρνε πρώτο σειρά για χρηματοδότηση, ο Σάντι θα ήταν μάλλον ο τελευταίος καταστροφικός τυφώνας που θα έβλεπε η ανθρωπότητα –και ο Χανκ θα γινόταν εκατομμυριούχος. Κι εκτός από εκατομμυριούχος, ήρωας. Ο ίδιος το ήξερε και, παρά τις προσπάθειές του να πιάσει επαφή με το βασικό του ανταγωνιστή (από την πρώτη βδομάδα του προγράμματος ήταν εμφανές ότι αυτός θα ήταν ο Ζαφειρόπουλος, και κανένας άλλος), να τιμήσει την έννοια της άμιλλας και να θυσιάσει τη φιλοδοξία του στο βωμό της καινοτομίας, απ’ όπου κι αν προερχόταν αυτή, δεν μπορούσε με τίποτα να ξύσει από πάνω του τη μάκα της επιθυμίας του για τη νίκη.
Εκείνος δεν την ήθελε απλώς τη νίκη. Την έβλεπε να πλησιάζει κάθε μέρα και η άγρια χαρά της έδινε νόημα στα πάντα γύρω του. Το Petroll θα γινόταν πραγματικότητα γιατί δεν χρειαζόταν να προβλέψει το μέλλον –ήταν το μέλλον. Το πρόβλημα ήταν πως –ήταν σίγουρος- αυτό το ήξεραν κι άλλοι.
***
Ήθελε ακόμα ώρα για να χαράξει, όταν έσπρωξε απαλά την πόρτα του κτιρίου πεντακόσια ενενήντα τρία και βγήκε έξω στην παγωνιά. Οι υπόλοιποι τρεις της ομάδας του κοιμόντουσαν με κλειστά τα κινητά, οπότε ενδεχόμενο να ξαναπεράσουν άλλη μια φορά τα τεχνικά σημεία της παρουσίασης δεν υπήρχε. Ο Κωστής ζήλευε τα δεκαπέντε άτομα της ομάδας του αμερικάνου. Δεν μπορούσε με τίποτα να καταλάβει γιατί ο ίδιος είχε προσελκύσει τόσο λίγους στην αρχική παρουσίαση της ιδέας του, πριν από δέκα βδομάδες. Από την άλλη, ένιωθε ευγνώμων για τις γνώσεις και την υποστήριξή τους. Απλώς, η ιδέα –και το διεκύβευμα- δεν ήταν οργανικά δικό τους –γι’ αυτό και μπορούσαν να κοιμηθούν. Καταράστηκε για χιλιοστή φορά τους αμερικάνους και την εξάρτησή τους από το φτιαχτό τροπικό κλίμα των κτιρίων τους και τυλίχτηκε λίγο πιο σφιχτά στο μακρύ παλτό που είχε βουτήξει τελευταία στιγμή, με τη βαλίτσα στο χέρι, από την ντουλάπα του πατέρα του.
Ο γέρος δεν παραπονιόταν ποτέ για κάτι τέτοια. Ο γέρος είχε περάσει πενήντα πέντε χρόνια σφάζοντας κοτόπουλα στο πιο βρόμικο πτηνοτροφείο στις επικράτειας –το να μην παραπονιέται ήταν γι’ αυτόν προϋπόθεση επιβίωσης. Στα 75 του, ζώντας το όνειρο της σύνταξης που δεν πίστευε ποτέ ότι θα απολαύσει, είχε μάθει αγόγγυστα να διαβάζει email στον υπολογιστή κι ήταν σίγουρο, σκέφτηκε με κάποια τρυφερότητα ο Ζαφειρόπουλος, ότι εδώ και δύο μήνες ταξινομούσε τους δισέλιδους ηλεκτρονικούς χειμάρρους του γιου του σε ειδικό φάκελο με τίτλο «Σαν Φρανσίσκο», αφού πρώτα τους διάβαζε με προσοχή, ρουφώντας μια μια τις λέξεις, κι ας μην είχε ιδέα τι σήμαινε το ένα τρίτο από αυτές.
Ο Κωστής του έγραφε για το Πάρκο Ερευνών της NASA, όπου στεγαζόταν το Πανεπιστήμιο, σαν να του ζωγράφιζε το μπακάλικο της καινούριας γειτονιάς του. Του έγραφε για τους τύπους που συναντούσε καθημερινά, στα μαθήματα και στις εκπαιδευτικές εξορμήσεις (ιδρυτές υπερεθνικών κολοσσών και ιδιοφυίες της γενετικής, διάσημους επιστήμονες και δισεκατομμυριούχους διακοσίων χρόνων, μυαλά που έτρεχαν εκατό χρόνια μπροστά και ανθρώπους που έπαιζαν στα χέρια τους τις τύχες εκατομμυρίων άλλων), λες και του περιέγραφε τους γραφικούς ενοίκους κάποιας Αυλής των Θαυμάτων.
Σε μια ολόκληρη σειρά από email, του είχε σκιαγραφήσει με κάθε λεπτομέρεια τον Χάρι, τον καινούριο δεκαοχτάχρονο φίλο του από το ΜΙΤ, το μυαλό που είχε φέρει τούμπα το σχεδιασμό του Petroll, κάνοντάς το δέκα κόμμα πέντε φορές πιο οικονομικό στην κατασκευή του. Στα εννιά του ο Χάρι είχε δεχτεί (κάπως απρόθυμα, είναι η αλήθεια) να γίνει το πουλέν του –για κάποιους ημίτρελου- διευθυντή του πανεπιστημίου και τώρα μιλούσε με τις ώρες -και με νοσταλγία ογδοντάχρονου γέρου- για την μπάλα που δεν έπαιξε τόσα χρόνια που έγραφε κώδικα, μπροστά σε μια οθόνη σαν αυτή όπου ο Κωστής έτρωγε με λύσσα τις τελείες του Πάκμαν. Ήξερε πως ο γέρος κέρδιζε μήνες ζωής διαβάζοντας την κάθε σελίδα. Ήξερε, επίσης, ότι τα βράδια ο πατέρας του ονειρευόταν πως διάβαζε για μια ζωή που δεν είχε ζήσει.
Περπατούσε σαν να ήξερε πού πήγαινε, ενώ στην πραγματικότητα δεν είχε ιδέα. Αν βρισκόταν στην Ελλάδα, θα έβγαινε από το Πάρκο και θα πήγαινε καρφί στο Μουσείο Ιστορίας των Υπολογιστών, όπου θα γινόταν την επόμενη μέρα το πανηγύρι των παρουσιάσεων και της απονομής. Όπως τις μέρες που ο πατέρας του τον έπαιρνε μαζί του στη δουλειά, για να μην αλωνίζει ολομόναχος και ενοχλεί τις γειτόνισσες, τρύπωνε κρυφά στις αποθήκες του πτηνοτροφείου και μετρούσε τα κοτόπουλα, έτσι θα γλιστρούσε πάλι στη μεγάλη συνεδριακή αίθουσα, έστω για να πάρει μια τζούρα από τον αέρα της αίθουσας, να ζυγίσει το χώρο και να προσανατολιστεί.
Βρισκόταν όμως στην Αμερική, το μουσείο δεν είχε ξεχαρβαλωμένα παράθυρα ούτε τρύπιους τοίχους, και όποιον κι αν λάδωνε, όποιον κι αν παρακαλούσε, δεν υπήρχε περίπτωση να καταφέρει να μπει εκεί μέσα αξημέρωτα. Οπότε συνέχισε να περιφέρεται άσκοπα, προσπαθώντας να ρουφήξει όσο το δυνατόν περισσότερη από την ενέργεια του χώρου -αυτής της αχανούς έκτασης, της τόσο φορτισμένης με γνώση και προοπτικές, που κάποτε πίστευε ότι θα την έβλεπε μόνο στις ταινίες και στις φαντασιώσεις του, και τώρα δεν μπορούσε να χωνέψει ότι είχε γίνει, έστω και για ένα κλάσμα της αιωνιότητας, κομμάτι της οργάνωσής της.
Πολλές φορές, μέσα στα επόμενα χρόνια, θ’ αναρωτιόταν πώς φάνηκε τόσο τυφλός μπροστά στον κίνδυνο. Πώς δεν διέγνωσε την απερισκεψία. Εκ των υστέρων, θα του ήταν εύκολο να δει το προφανές της εξέλιξης που τον περίμενε και να θυμώσει με τον εαυτό του που δεν είχε σταθμίσει σωστά τις διαστάσεις του πράγματος. Εκείνη την ώρα, όμως, κάτω από τα αστέρια της Καλιφόρνια, ζαλισμένος από τον ίλιγγο των ικανοτήτων του και των πιθανοτήτων, ο Κωστής Ζαφειρόπουλος ένιωθε σίγουρος ότι τίποτα δεν μπορούσε να πάει στραβά. Ακόμα και τη στιγμή που το γκλομπ προσγειωνόταν στο πίσω μέρος του κρανίου του, ακόμα και την ώρα που έπεφτε κάτω, αναίσθητος σχεδόν, ακόμα και στη διάρκεια των λεπτών που οι άγνωστοι τον έδεναν χειροπόδαρα, του έκλειναν τα μάτια και τον στοίβαζαν σαν σακί στο πίσω μέρος ενός οχήματος που έμοιαζε, από τον ήχο της μηχανής του, με βαν, ο Κωστής Ζαφειρόπουλος αδυνατούσε στο βάθος του να συνειδητοποιήσει πως όλα αυτά ήταν κάτι περισσότερο από ένα κινηματογραφικό αστείο.
***
Συνήλθε εντελώς όταν το βαν ακινητοποιήθηκε και κάποιος άνοιξε με δύναμη την πόρτα. Προφανώς μια γκλομπιά είναι ικανή δικαιολογία για να χαλαρώσει το σώμα από την τσίτα και να κάνει έναν ύπνο της προκοπής. Η σκέψη τον αιφνιδίασε, καθώς ο κάποιος τον τραβούσε έξω από το όχημα και το φως της ημέρας του θάμπωνε -ακόμα και πίσω από το μαντίλι- τα μάτια.
Τον έσυραν δύο άτομα, με σχετική ευγένεια είναι η αλήθεια, καμιά πενηνταριά μέτρα πιο πέρα, πάνω σε γκαζόν. Ύστερα τα πόδια του ακούμπησαν ξύλινο πάτωμα, ύστερα σκόνταψαν σ’ ένα σκαλί που κανείς δεν τον είχε προειδοποιήσει ότι υπήρχε κι ύστερα τα δύο ρυμουλκά σταμάτησαν απότομα σ’ έναν υπερβολικά ζεστό εσωτερικό χώρο, μπροστά από έναν άντρα που μιλούσε μόνος του (στο τηλέφωνο; σε μαγνητόφωνο;) στα αγγλικά.
«Καλωσήρθατε μίστερ Ζαφειρόπουλος» ακούστηκε, δυνατά τώρα, ο άντρας και ο Κωστής αναγνώρισε στην προφορά του κάτι έντονα αραβικό.
«Πού όμως;» του αντιγύρισε, προσπαθώντας από τη φωνή να καταλάβει αν τον είχε ποτέ ξαναδεί.
«Δεν γνωριζόμαστε» τον πρόλαβε ο άλλος, αγνοώντας τη διατυπωμένη ερώτηση και απαντώντας στη σιωπηρή. «Δεν με γνωρίζετε εσείς, δηλαδή, γιατί εγώ γνωρίζω καλά και εσάς και το Petroll σας. Λυπάμαι που η πρώτη μας συνάντηση έπρεπε να γίνει κάτω από τέτοιες συνθήκες και σε μια στιγμή που γνωρίζω ότι θα θέλατε να βρίσκεστε αλλού και να μιλάτε αντί να ακούτε να σας μιλούν. Θα ήθελα επίσης να σας διαβεβαιώσω ότι δεν κινδυνεύετε –τουλάχιστον όχι από εμένα και όχι αν δεν αποφασίσετε, βλακωδώς, να στραφείτε εναντίον μου».
«Και ποιος είστε εσείς;»
«Θα τα πούμε όλα, μίστερ Ζαφειρόπουλος, και σύντομα μάλιστα, γιατί ο χρόνος πιέζει όχι μόνο εσάς, αλλά και εμένα. Το όνομά μου σας είναι μάλλον άγνωστο, το ίδιο και το πρόσωπό μου. Έτσι κι αλλιώς» πρόσθεσε με ένα παιδικό γέλιο, αταίριαστο με τη βαριά φωνή του, «δεν πρόκειται προς το παρόν να ακούσετε ή να δείτε τίποτα από τα δύο. Το μόνο που χρειάζετε να ξέρετε» συνέχισε στον προηγούμενο κοφτό του τόνο, «είναι ότι είμαι το μέλλον, στο χώρο που είστε κι εσείς. Γι’ αυτό και μας συμφέρει να συνεργαστούμε».
«Πώς;» τον ρώτησε ο Κωστής, που για πρώτη, περιέργως, φορά ένιωθε μια μια αγωνιώδη απορία να του κλείνει το λαιμό: άραγε ο τύπος ήταν θεότρελος ή απλώς πολύ ισχυρός; Και, στο τέλος τέλος, ο ίδιος τι προλάβαινε να κάνει γι’ αυτό;
«Μίστερ Ζαφειρόπουλος, βρίσκεστε απελπιστικά κοντά σε μια συγκλονιστική εφεύρεση, το γνωρίζετε, έτσι; Αν πάρετε την υψηλή χρηματοδότηση που έχετε ανάγκη, αν εξασφαλίσετε την τεχνική υποδομή που θα σας επιτρέψει να κατασκευάσετε τα μηχανήματα Petroll σε ικανό αριθμό και με αξιόλογη ταχύτητα, θα έχετε στα χέρια σας το μοναδικό μέσο που μπορεί να σώσει ενεργειακά τον πλανήτη. Το γεγονός ότι το Petroll μετατρέπει ένα γραμμάριο πετρελαίου σε καύσιμο με απόδοση ίση με εκείνη εκατό λίτρων πετρελαίου σημαίνει… Ακόμα κι εγώ, μίστερ Ζαφειρόπουλος, που μεγάλωσα μέσα στη βιομηχανία, δεν μπορώ να συλλάβω τι ακριβώς σημαίνει αυτό. Οικονομικά, περιβαλλοντικά, ενεργειακά, κοινωνικά, ακόμα και εθνολογικά, αν θέλετε την άποψή μου. Είστε πολύτιμος, το γνωρίζετε. Και επικίνδυνος, επίσης».
«Πού θέλετε να καταλήξετε;»
«Μεγάλωσα μέσα στα πετρέλαια, μίστερ Ζαφειρόπουλος. Αν και η οικογένειά μου δεν είχε στην κατοχή της ποσότητες που θεωρούνται άξιες λόγου σε επίπεδο παγκόσμιας αγοράς, εντούτοις ο πατέρας μου κατόρθωσε να χτίσει μια περιουσία που μου δίνει το δικαίωμα να οραματίζομαι ένα ρόλο στην καινούρια ενεργειακή εποχή και να διαπραγματεύομαι αυτή τη στιγμή μαζί σας».
Η παύση του ήταν μελετημένη –αυτό (ίσως μόνο αυτό) ο Ζαφειρόπουλος μπορούσε να το δει καθαρά.
«Επιλέξατε να απευθυνθείτε στους μεγάλους, μίστερ Ζαφειρόπουλος. Ξέρω» τον έκοψε προκαταβολικά (ο Κωστής ήταν σίγουρος ότι είχε υψώσει και την παλάμη) «πιστεύετε ότι σήμερα θα παρουσιάζατε στην τεχνολογική και βιομηχανική ελίτ. Ότι οι άξεστοι Άραβες πετρελαιοπαραγωγοί δεν θα είχαν καμία ανάμιξη –και κανένα συμφέρον να αναμιχθούν- σ’ αυτή τη φάση ανάπτυξης της ιδέας. Όμως κάνετε λάθος. Η ελίτ, μίστερ Ζαφειρόπουλος, είναι μία. Οι άξεστοι Άραβες που ορίζουν τις τύχες της πετρελαϊκής αγοράς, ορίζουν πολύ περισσότερα απ’ όσα πιστεύετε και στους «καθαρούς» τομείς γνώσης της Δύσης. Και η ελίτ, να ξέρετε, νιώθει να απειλείται από την εφεύρεσή σας».
«Ενώ εσείς όχι;»
«Ακριβώς. Εγώ όχι».
Ο τρελός –ο Ζαφειρόπουλος είχε αποφασίσει να τον θεωρεί τρελό μέχρι αποδείξεως του εναντίου- έκανε άλλη μια μελετημένη παύση και την αξιοποίησε για να πιει νερό. Ο Κωστής έγλειψε διψασμένος τα χείλη του. Ο άλλος έδειξε να τον αγνοεί.
«Εγώ, μίστερ Ζαφειρόπουλος, όπως σας είπα δεν έχω ποσότητες στις οποίες να βασιστώ. Το Petroll δε μου κόβει κέρδη, μου δίνει χρόνια. Αν δεχτείτε να συνεργαστούμε, η φτωχή μου παραγωγή μπορεί να γίνει επαρκής και η δική σας εφεύρεση, το ατού που θα συνεργαστεί άψογα με την πρώτη ύλη μου, για να της δώσει ένα ιδανικό προβάδισμα στην αγορά».
«Είπατε πριν ότι είστε το μέλλον» τον έκοψε ο Κωστής. «Απ’ αυτά που μου λέτε, εγώ μάλλον χαμένο από χέρι σας βλέπω χωρίς το Petroll».
Το γέλιο του Άραβα αντήχησε βροντερό στην αίθουσα, που φαίνεται πως ήταν ψηλοτάβανη και μεγάλη.
«Σας περίμενα πιο διορατικό, νεαρέ» είπε τελικά. «Αν εσείς δεν αναγνωρίζετε ότι το μέλλον ανήκει στις ευέλικτες δομές που μπορούν να δουν πέρα από τη μύτη τους, να υιοθετήσουν νέες μεθόδους και να προβλέψουν τις αλλαγές στος προτεραιότητες της αγοράς, τότε, πιστέψτε με, οι μέρες σας είναι μετρημένες, όπως και των περισσότερων από αυτούς που πιστεύετε ότι θα σας στηρίξουν. Μπορεί η κίνησή μου να σας φέρω εδώ, λίγο πριν ρίξετε τη μεγάλη ζαριά σας μπροστά στους επενδυτές, να σας φαίνεται κίνηση πανικού. Δεν είναι. Στην πραγματικότητα είμαι σχεδόν σίγουρος ότι σύντομα θα μ’ ευχαριστείτε γι’ αυτήν».
Ήταν η σειρά του Κωστή να ξεσπάσει σε γέλια.
«Θα αστειεύεστε, βέβαια. Καταστρέφετε την ευκαιρία μου να παρουσιάσω την ιδέα μου σε μερικούς από τους ελάχιστους παράγοντες που έχουν τη δυνατότητα να επενδύσουν σε αυτήν, ώστε να γίνει πραγματικότητα. Μου προτείνετε να συνεργαστούμε –με πενιχρό κεφάλαιο και χωρίς εγγυήσεις, μαντεύω- εσείς, ένας άγνωστος από το πουθενά, πουλώντας μου τις δήθεν προοδευτικές σας απόψεις σα φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Με απαγάγετε και με απειλείτε και ύστερα θέλετε να σας πω ευχαριστώ;».
Ο Άραβας καθυστέρησε πριν απαντήσει.
«Το κεφάλαιο που απαιτεί η κατασκευή του Petroll, μίστερ Ζαφειρόπουλος, είναι κάθε άλλο παρά πενιχρό, θα πρέπει να το γνωρίζετε καλύτερα από τον καθένα. Φυσικά, έχετε δίκιο: για μένα το ποσό είναι σημαντικό, σε αντίθεση με τους κολοσσούς που θα αξιολογούσαν σήμερα την παρουσίασή σας και που μπορούν να ρισκάρουν γενναιόδωρα, ακόμα και με μια τόσο υψηλή επένδυση. Όμως ξεχνάτε –ή δεν γνωρίζετε- ότι δεν θα το κάνουν καθόλου».
Ο Ζαφειρόπουλος πήγε κάτι να πει, αλλά ο Άραβας τον έκοψε πάλι.
«Τα συμφέροντα είναι μεγάλα, νεαρέ. Σας άφησαν να φτάσετε ως εδώ για να ρίξουν στάχτη στα μάτια. Στην πραγματικότητα» γέλασε «τώρα ευχαριστούν κατά πάσα πιθανότητα το Θεό που σας απήγαγα εγώ, ενώ θα ήθελαν πολύ να το έχουν κάνει εκείνοι. Δεν θα σας στηρίξουν ποτέ, μίστερ Ζαφειρόπουλος. Από πίσω τους βρίσκονται ακριβώς οι δυσκίνητοι ελέφαντες που η εφεύρεσή σας θα καταστρέψει δια παντός. Μαζί τους δεν έχετε καμία ευκαιρία. Μαζί μου, ναι, δεν θα έχετε εγγυήσεις ούτε λεφτά με τη σέσουλα. Θα έχετε όμως σεβασμό –και τα υπόλοιπα θα ακολουθήσουν».
Για μια στιγμή ο Ζαφειρόπουλος μπήκε στον πειρασμό να τον πιστέψει. Τα όσα έλεγε ακούγονταν λογικά –τόσο λογικά που τελικά του φαίνονταν κατασκευασμένα. Ο τύπος ήταν απατεώνας. Ή, στην καλύτερη περίπτωση, ένας ελαφρόμυαλος στο χείλος της καταστροφής.
«Καλή η προσπάθειά σας» του απάντησε. «Αλλά δυστυχώς δεν πείθει. Το να σας ζητήσω να με αφήσετε ελεύθερο μάλλον θα ακουστεί αστείο –αν ήσασταν τόσο δημοκρατικός δεν θα με είχατε φέρει έτσι ως εδώ. Αλλά ό,τι ελπίζατε να πετύχετε με την απαγωγή μου, θα πρέπει, φοβάμαι, να το ξεχάσετε. Αρνούμαι».
***
Τον έβαλαν σε ένα δωμάτιο, ζεστό όσο και το υπόλοιπο κτίριο, και ευτυχώς του έλυσε τα μάτια ένας άντρας με κουκούλα και βραχνή φωνή. Όχι ότι είχε σημασία, με την έννοια ότι δεν είχε τίποτα τριγύρω για να δει. Ένα τραπέζι, μόνο, παλιό και γδαρμένο, κι ένα πλαστικό ποτήρι με νερό. Δεν ήξερε αν ο Άραβας είχε στήσει έτσι το σκηνικό, προκειμένου να μην του δώσει κανένα στοιχείο για το πού βρισκόταν και το ποια ήταν η δική του ταυτότητα, αλλά αν έπρεπε να ποντάρει, θα έλεγε πως ναι. Πριν τον πάρουν από μπροστά του, του είπε ότι θα τον άφηνε μερικές ώρες (ή μέρες; Ο Ζαφειρόπουλος δεν ήταν σίγουρος. Είχε αρχίσει να πιστεύει ότι τον είχαν ψεκάσει με κάτι στο βαν, γιατί οι σκέψεις του ήταν θολές και το μυαλό του αργούσε να διαχειριστεί τις πληροφορίες) για να σκεφτεί ακόμα μία φορά την πρόταση, πριν του δώσει την τελική του απάντηση. Και μετά; τον είχε ρωτήσει ο Κωστής. Μετά θα είσαι ελεύθερος να πηδήξεις στο κενό, του είχε απαντήσει εκείνος. Το κενό που θα επιλέξεις.
Στο δικό του μυαλό δεν έμπαινε καν ζήτημα επιλογής. Μόνο ζήτημα χρόνου. Έπρεπε να προλάβει να φύγει από κει προτού τελειώσουν όλα.
Προτού κλείσει ολοκληρωτικά το πρόγραμμα του πανεπιστημίου και τον πετάξουν έξω για ασυνέπεια.
Προτού χάσει για πάντα την ευκαιρία να μιλήσει σ’ εκείνους που ήθελαν να τον βοηθήσουν –κι ας μην το ήξεραν ακόμα.
Προτού ο πατέρας του υποψιαστεί ότι κινδύνευε.
Προτού περάσουν τρεις μέρες και χάσει το εισιτήριο της επιστροφής.
Ο Κωστής Ζαφειρόπουλος γέλασε. Αν έχανε το εισιτήριο της επιστροφής, δεν θα είχε λεφτά ούτε για να τηλεφωνήσει στο γέρο, να του πει ότι ζούσε. Από την άλλη, έτσι όπως είχαν έρθει τα πράγματα, μπορεί να μη ζούσε καν.
***
Δεν είχε ιδέα πόσες ώρες είχαν περάσει. Ίσως τρεις, ίσως σαράντα. Κοιμόταν και ξυπνούσε χωρίς να μπορεί να παρακολουθήσει τη ροή των όσων συνέβαιναν στο κεφάλι του –γιατί γύρω του δεν συνέβαινε απολύτως τίποτα. Έξω από το δωμάτιο απλωνόταν απόλυτη ησυχία. Δύο φορές του έφεραν από ένα πιάτο με ρύζι και κιμά. Και τις δύο το έφαγε λαίμαργα κι ύστερα συνέχισε να περιμένει.
Πώς διάολο είχε μπλέξει έτσι; Κυρίως, πώς θα ξέμπλεκε και ποιος θα πίστευε ότι του είχαν συμβεί όλα αυτά. Μήπως έπρεπε να δεχτεί την πρόταση του Άραβα, έστω για να βρει μια ευκαιρία να γλιτώσει; Αλλά όχι. Αν ο τύπος ήταν τόσο τρελός ώστε να τον φέρει ως εδώ, το να κάνει έστω και μία υποχώρηση προς το μέρος του, ίσως ισοδυναμούσε με αυτοκτ…
«Ο Κύριος ρωτάει αν η γνώμη σας άλλαξε από τη χθεσινή σας συνομιλία» άκουσε ξαφνικά στα αγγλικά έξω από την πόρτα.
«Όχι» απάντησε ξερά, προετοιμασμένος για διαπραγμάτευση.
«Τότε είναι ώρα να φύγουμε» του είπε ο κουκουλοφόρος με τη βραχνή φωνή, μπαίνοντας μέσα για να του ξαναδέσει τα μάτια.
Μέσα σε δέκα λεπτά, είχαν ακολουθήσει την ακριβώς αντίστροφη πορεία από τη χθεσινή και τον είχαν στοιβάξει ξανά στο πίσω μέρος του βαν, που τους περίμενε έξω ακριβώς από τον κήπο. Προσπαθώντας να βολέψει τα δεμένα μέλη του, ο Κωστής Ζαφειρόπουλος άκουσε τον ψεκασμό, αλλά δεν πρόλαβε να κρατήσει την αναπνοή του. Λίγο πριν χάσει ξανά τις αισθήσεις του, του φάνηκε πως τον χτύπησε, σαν σε όνειρο, η γνώριμη οσμή του πτηνοτροφείου.
***
Τον άφησαν –τον πέταξαν σχεδόν- σε ένα στενό, δυο δρόμους από την πίσω είσοδο του Πάρκου Ερευνών. Το πρώτο που έκανε ήταν να ρωτήσει έναν περαστικό τι ώρα ήταν –και τι μέρα. Ο τύπος τον κοίταξε κάπως περίεργα. Δώδεκα, του είπε. Μια μέρα μετά.
Αν ο κόσμος των υπόλοιπων ανθρώπων ήταν ακόμη στη θέση του, οι παρουσιάσεις θα είχαν τελειώσει. Το πάρτι για το κλείσιμο του προγράμματος, επίσης. Το αεροπλάνο του πετούσε σε εικοσιτέσσερις ώρες ακριβώς. Υπήρχε χρόνος για μια τελευταία ζαριά. Και ο Κωστής Ζαφειρόπουλος όφειλε να την ρίξει.
***
Στη Γραμματεία, το πρόσωπο της συντονίστριας του προγράμματος ήταν αυστηρό.
Φυσικά και διαγραφήκατε, του είπε. Μαζί μ’ εσάς και ολόκληρη η ομάδα σας, που δεν έφερε καμία ευθύνη για την αδικαιολόγητη απουσία σας.
Τι εννοείτε «σας απήγαγαν», του είπε. Ποιος και γιατί; Και κυρίως, γιατί σας άφησαν τώρα;
Τα πράγματά σας βρίσκονται συγκεντρωμένα στο χώρο της υποδοχής, του είπε. Μια και είστε εδώ, μπορείτε να ελέγξετε στον κοιτώνα σας μήπως έχουμε ξεχάσει κάτι.
Ο Χανκ Μπέρφινλντ νίκησε στον τελικό γύρο των παρουσιάσεων, του είπε.
Της ζήτησε επίμονα να μιλήσει με τον διευθυντή. Μην με αναγκάσετε να καταγγείλω την πολιτική ίσων ευκαιριών του προγράμματος, της είπε. Είχε κι ο ίδιος εντυπωσιαστεί από το θράσος που του έδινε η απελπισία.
***
Τον είχε δει μία φορά μόνο στη διάρκεια των εργαστηρίων. Ήταν σίγουρα ιδιοφυία και δεν είχε καμία πρόθεση να το κρύψει ή να το αρνηθεί. Πούλαγε την ιδιοφυία του (ίσως και πιο ακριβά από τα προϊόντα της) στους σπουδαστές, αλλά κυρίως στους συνεργάτες και τους χορηγούς, που είχαν κάνει τα προγράμματα του Πανεπιστημίου πιο περιζήτητα κι από θέση πρακτικής εξάσκησης στην Google. Ο Χάρι, το πουλέν, τού είχε πει πως ήταν τουλάχιστον ενενήντα ετών. Έδειχνε γύρω στα πενήντα πέντε.
«Δεν έχω λόγο να αμφιβάλω για τα όσα μου λέτε» του είπε. «Δείξατε απόλυτη συνέπεια και μεγάλες προοπτικές στη διάρκεια του προγράμματος. Ωστόσο, δεν έχετε τρόπο να αποδείξετε τα λεγόμενά σας, οπότε μου είναι διπλά απαγορευμένο να ακυρώσω τα αποτελέσματα του διαγωνισμού και να ζητήσω την επανάληψή του. Έτσι κι αλλιώς» πρόσθεσε καρφώνοντας τα γκρίζα μάτια του στα δικά του «θα πρέπει να ξέρετε ότι, ακόμα και κάτω από άλλες συνθήκες, η απόφαση της επιτροπής θα ήταν μάλλον απίθανο να ανατραπεί».
Ο Κωστής ένιωσε σαν να του έδινε κλοτσιά στο στομάχι. Ίσιωσε την πλάτη και έσφιξε κρυφά τις γροθιές του.
«Αλλιώς έδειχναν τα πράγματα μέχρι προχθές. Αυτό μπορεί να το επιβεβαιώσει και η ομάδα μου» του είπε.
«Μέχρι προχθές βρισκόσασταν στο εργαστήριο, μίστερ Ζαφειρόπουλος. Μέχρι προχθές η ιδέα σας ήταν απλώς μια ευφυής εφεύρεση. Βγάζοντάς την εκεί έξω, τη μετατρέπετε αυτόματα σε προϊόν. Ή σε όπλο».
«Και ποιον απειλεί το προϊόν μου, σερ;» τον ρώτησε ο Κωστής κλείνοντας ασυναίσθητα τα μάτια, λες και δεν ήθελε, κυριολεκτικά, να αντικρίσει το ενδεχόμενο να είναι όντως πραγματικότητα το σουρεαλιστικό σενάριο που του περιέγραφε, μόλις λίγες ώρες πριν, ο παρανοϊκός του απαγωγέας.
Το πρόσωπο του άλλου σφίχτηκε, σαν να συνειδητοποιούσε ότι είχε πει περισσότερα απ’ όσα έπρεπε.
«Μας απειλεί όλους, αν δεν έχει μελετηθεί μέχρι την τελευταία του λεπτομέρεια, μίστερ Ζαφειρόπουλος. Και η κριτική επιτροπή του διαγωνισμού ήταν έτσι κι αλλιώς της άποψης ότι η ιδέα σας έχει ακόμα δρόμο για την τελειοποίησή της. Είναι χαρακτηριστικό το ότι η ομάδα σας δεν έδειξε καμία προθυμία να παρουσιάσει, έστω και χωρίς εσάς, τη δουλειά των τελευταίων εβδομάδων».
Ο Κωστής δεν ήξερε αν έπρεπε μπορούσε να γελάσει ή να εξαγριωθεί. Μπορεί να μην ήταν αρκετά έμπειρος ώστε να γνωρίζει τον τρόπο που λειτουργούσε η αγορά και τα συμφέροντά της, ήταν όμως αρκετά καλά εκπαιδευμένος ώστε να ξεχωρίζει ένα ατελές προϊόν από ένα ολοκληρωμένο. Και το Petroll ήταν παραπάνω από ολοκληρωμένο. Ήταν έτοιμο. Όσο για τον Χάρι και τους άλλους δύο, ήξερε ότι δεν θα αναλάμβαναν ποτέ μόνοι τους αυτή την ευθύνη.
Αποφάσισε να κάνει μία τελευταία προσπάθεια. Ίσως να είχε παρεξηγήσει.
«Έχω ακόμα εικοσιτέσσερις ώρες μέχρι να αναχωρήσω για την Ελλάδα» του είπε αποφασιστικά. «Θα ήθελα να μου κλείσετε ένα ραντεβού με τον κύριο Κέρτινγκ, με τον οποίο είχαμε ήδη συζητήσει την προοπτική συμμετοχής τους στην κατασκευή ενός πρωτοτύπου για το Petroll». Τραβηγμένη αλήθεια. Αθώο ψέμα. «Είναι πιστεύω το ελάχιστο που μπορείτε να κάνετε για την αναγνώριση της συμμετοχής και της συνεισφοράς μου στο διαγωνισμό».
«Ο κύριος Κέρτινγκ θα έχει όλα τα στοιχεία σας στη διάθεσή του, αν θελήσει να σας ξαναβρεί, μίστερ Ζαφειρόπουλος». Η φωνή του διευθυντή ήταν πια καθαρός πάγος. «Και τώρα θα σας παρακαλούσα να αποχωρήσετε. Σας ευχαριστώ και καλό ταξίδι».
***
Βγήκε από το Πάρκο χωρίς να κοιτάζει γύρω του –και, κυρίως, χωρίς να βλέπει. Σκασίλα του για τα πράγματα, πήρε μόνο το πορτοφόλι και το λάπτοπ του και έκανε νόημα στον φύλακα να κάνει με τα υπόλοιπα ό,τι του κατέβαινε στο νου. Πάντα υπερηφανευτόταν ότι μπορούσε να χωρέσει όλα του τα υπάρχουντα σε δύο κούτες –κι αυτές δεν ήταν καν απαραίτητες για να νιώθει πλήρης. Είχε το μυαλό του κι αυτό ήταν αρκετό, σκεφτόταν πάντα. Κι όμως να που τώρα βρισκόταν αναπάντεχα μπροστά σε κάτι πιο δυνατό κι απ’ αυτό.
Δοκίμασε να τηλεφωνήσει στον Χάρι. Ο αριθμός του έδειχνε απενεργοποιημένος. Ξανάβαλε το κινητό στην τσέπη. Έτσι κι αλλιώς δεν θα ήξερε τι να του πει.
Ο Άραβας μάλλον είχε δίκιο. Aκόμα κι αν δεν είχε 100% δίκιο, κρατούσε πλέον στα χέρια του τη μοναδική του ευκαιρία. Κι ο Κωστής Ζαφειρόπουλος προτιμούσε να βρεθεί σφαγμένος σε κάποιο χαντάκι της Καλιφόρνια, παρά να συνεχίσει να ζει γνωρίζοντας ότι δεν την κυνήγησε μέχρι τέλους.
Μπήκε σαν υπνωτισμένος σε ένα μοτέλ με φωτεινή επιγραφή, που διαφήμιζε ότι διαθέτει τζάμπα Wi-Fi για κάθε δωμάτιο, έδωσε την πιστωτική του στην οξυζεναρισμένη ρεσεψιονίστ, που μάλλον είχε μόλις καταρρίψει το ρεκόρ Γκίνες για τη μεγαλύτερη τσιχλόφουσκα, και ακολούθησε τον γκρουμ στο δωμάτιο 59, που κατά πάσα πιθανότητα είχε να καθαριστεί από τότε που είχε εφευρεθεί το Wi-Fi. Δεν ήταν καν σίγουρος ότι θα προλάβαινε να χρησιμοποιήσει τη σύνδεση πριν τα βλέφαρά του κλείσουν, καταδικασμένα από την τελευταία ποσότητα του υπνωτικού που κυκλοφορούσε ακόμα στον οργανισμό του, ήξερε όμως ότι έπρεπε να το προσπαθήσει. Ζήτησε από τον γκρουμ να του φέρει τον πιο δυνατό στιγμιαίο καφέ που μπορούσε να βρει στο μπαρ του μοτέλ («Ολόκληρο το βάζο, σε παρακαλώ»), έκανε ένα γρήγορο, παγωμένο ντους και κάθισε μπροστά στον υπολογιστή, ανοίγοντας το Google Earth. Αυτό και τα εφαρμοσμένα μαθηματικά από το μάθημα επιλογής του Ε’ εξαμήνου, αυτά ήταν το τελευταίο λίτρο βενζίνης στο ντεπόζιτο των πιθανοτήτων του.
Πόσες ώρες έλειψα; ρώτησε τον εαυτό του, προσπαθώντας να τραβήξει τη σκέψη του από το βάλτο στον οποίο βυθιζόταν, κάθε λεπτό και με μεγαλύτερη ένταση. Τριανταμία. Πόσες ώρες κράτησε η συζήτηση με τον τρελό –που ίσως τελικά να μην ήταν; Μία, βαριά. Πόσες ώρες μπορεί να έμεινα κλεισμένος σ’ εκείνο το δωμάτιο; Με βάση τον αριθμό των γευμάτων που του είχαν φέρει, σε συνάρτηση με την ασθενή αίσθηση του χρόνου που είχε αφήσει πίσω της η αγωνία του και η επίδραση του υπνωτικού, δεν πρέπει να είχε περάσει εκεί περισσότερες από είκοσι ώρες. Πράγμα που σήμαινε ότι η διαδρομή προς και από το κρυσφήγετο του Άραβα είχε διαρκέσει γύρω στις δέκα ώρες –πέντε προς κάθε κατεύθυνση. Από την αίσθησή του για την ταχύτητα με την οποία κινούνταν το φορτηγό, τα ελάχιστα λεπτά που ήταν ξύπνιος μέσα σ’ αυτό, έβγαζε το συμπέρασμα ότι έτρεχε με 120 χιλιόμετρα την ώρα –ένας ρυθμός που συμβάδιζε και με τις δυνατότητες που πρόδιδε ο ήχος της μηχανής του. Ο Κωστής σημάδεψε το σημείο όπου βρισκόταν το Πάρκο Ερευνών, σχημάτισε γύρω του έναν κύκλο με ακτίνα εξακοσίων χιλιομέτρων και άρχισε να σκανάρει με ένταση κάθε εκατοστό της περιφέρειάς του.
***
Βρήκε αυτό που έψαχνε τρεις ώρες αργότερα, αφού είχε ήδη αρχίσει να προχωράει με το βλέμμα του προς το εσωτερικό του κύκλου. Εστίαζε και αφαιρούνταν διαδοχικά, ξαναγύριζε ξανά στα σημεία που είχε περάσει όταν τα μάτια του μισόκλειναν, έριχνε κρύο νερό στο πρόσωπό του και είχε ξεκινήσει να τραγουδάει δυνατά όποιο εμβατήριο θυμόταν από τις πικρές μέρες του στρατού, όταν εντόπισε στην οθόνη αυτό που ήλπιζε να βρει αλλά δεν ήταν καν σίγουρος ότι υπήρχε: μια μεγάλη περιφραγμένη έκταση, με κτίρια σαν κουτιά διάσπαρτα στην επιφάνειά της και μια σήμανση που του προκάλεσε μια μίνι ηλεκτρική εκκένωση εκεί που πριν από μερικά δευτερόλεπτα αιωρούνταν μόνο η απειλή του ληθάργου –«Πτηνοτροφεία Περντού».
Το σημείο βρισκόταν 540 χιλιόμετρα ανατολικά του Σαν Φρανσίσκο και δεν έδειχνε να εξυπηρετείται από σιδηροδρομικές γραμμές ή άλλου τύπου μέσα μαζικής μεταφοράς. Ο Κωστής τηλεφώνησε στη ρεσεψιόν και ζήτησε να τον συνδέσουν με το κοντινότερο γραφείο ενοικίασης αυτοκινήτων. Εφτά λεπτά αργότερα είχε φτάσει στο όριο την πιστωτική του και βρισκόταν ήδη στην έξοδο του μοτέλ, με ένα Red Bull στο χέρι. Δέκα λεπτά αργότερα έτεινε στον υπεύθυνο το διεθνές δίπλωμα οδήγησης που ο Γερός είχε επιμείνει φορτικά να βγάλει στα 21 του και άρπαζε με το άλλο χέρι τα κλειδιά του τεράστιου Χόντα Σιβίκ –του πιο γρήγορου οχήματος που είχε καταφέρει να του εξασφαλίσει, μέσα σε τόσο λίγη ώρα, ο εξυπηρετικότατος κύριος Σμιθ.
***
Όταν αργότερα θα τον ρωτούσαν για εκείνη τη διαδρομή, δεν θα θυμόταν να διανύει ούτε ένα χιλιόμετρό της. Η μοναδική φορά στη ζωή του που αισθάνθηκε την παρόρμηση να πει «ευχαριστώ» σε όποιον κι αν ήταν εκείνος που τον είχε προστατεύσει (σε συνθήκες που ίσως και να ήταν αδύνατο να σε προστατεύσει κανείς), ήταν τη στιγμή που έφτασε, σώος και ασφαλής, έξω από την πύλη του θηριώδους πτηνοτροφείου Περντού.
Το πιθανότερο, φυσικά, ήταν πως ο Άραβας θα το είχε ήδη σκάσει.
Το πιθανότερο ήταν ότι εκείνος δεν θα μπορούσε καν να εντοπίσει τη βάση του –η μυρωδιά του πτηνοτροφείου μπορούσε να εκτείνεται σε απόσταση που έκανε το ψάξιμο απαγορευτικά χρονοβόρο, ίσως ακόμα και ουτοπικό
Το πιθανότερο ήταν ότι είχαν ήδη ξεκινήσει οι παραισθήσεις από την κούραση και την ψυχική αναταραχή.
Το πιθανότερο ήταν ότι αυτή η ιστορία θα τελείωνε με τρόπο τραγικό.
Ο Κωστής Ζαφειρόπουλος έβαλε ξανά μπρος το αμάξι και άρχισε να ψάχνει.
***
Σταμάτησε με το Χόντα έξω από την έπαυλη με τη σιδερένια πύλη συνειδητοποιώντας ότι δεν είχε κανένα πλάνο για το τι θα έκανε μετά: Για να εξακριβώσει αν ήταν εκείνη από την οποία είχε βγει δέκα ώρες νωρίτερα. Για να έρθει σε επαφή με τους ενοίκους της. Για να διαφύγει σε περίπτωση που τα πράγματα στράβωναν στην πορεία.
Η έπαυλη από μόνη της φαινόταν απροσπέλαστη. Το οίκημα διακρίνονταν κοντά στην κεντρική πύλη του κήπου, όμως τα κάγκελα σχημάτιζαν μια σχεδόν συμπαγή επιφάνεια και ο Κωστής μάντευε ότι ένα σωρό τεχνικά μέσα ασφαλείας, αόρατα στο απαίδευτο μάτι, σχημάτιζαν μια ασπίδα προστασίας ακόμα πιο αποτελεσματική από τη χειροπιαστή. Κουδούνι, φυσικά, δεν υπήρχε στην πύλη, ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι θα έβρισκε τη δύναμη να το χτυπ…
«Ο Κύριος σας περιμένει» άκουσε τη γνώριμη βραχνή φωνή του δεσμοφύλακα της προηγούμενης μέρας. Δεν φορούσε κουκούλα αυτή τη φορά και, παρότι κατέβαλε προσπάθεια για να σταθεί ευθυτενής και επιβλητικός, έδειχνε αστεία μικρόσωμος στο άνοιγμα της τεράστιας πύλης.
Πριν από μας για μας, σκέφτηκε ο Ζαφειρόπουλος, αποφασισμένος να μην αφήσει τον εγωισμό του να καπελώσει την επιθυμία του για αποτέλεσμα. Ακολούθησε τον μελαχρινό υπηρέτη στο εσωτερικό του κήπου και σύντομα τα πόδια του πατούσαν στο ίδιο ξύλινο πάτωμα και η πλάτη του ανατρίχιαζε από την ακραία αύξηση της θερμοκρασίας μέσα στο σπίτι. Ακόμα και ο απαγωγέας του καθόταν μάλλον στο ίδιο σημείο απ’ όπου του είχε μιλήσει και την πρώτη φορά, μόνο που τώρα ο Κωστής μπορούσε να τον κοιτάξει στα μάτια.
Ήταν ελάχιστα μεγαλύτερος από εκείνον και λιγότερο γραφικός απ’ ότι τον περίμενε: περισσότερο έμοιαζε με αμερικάνο μπάσταρδο τρίτης γενιάς, με ρίζες από την Αραβία, στέλεχος διοίκησης ανθρώπινων πόρων, με γυναίκα, σκύλο και παιδιά, παρά με εγκληματία πετρελαιοπαραγωγό με αντι-μονοπωλιακές ανησυχίες.
«Ήρθατε, μίστερ Ζαφειρόπουλος» του είπε απλά, διαπιστώνοντας και όχι ρωτώντας. «Θέλετε να μου εξηγήσετε τι σας κάνει να πιστεύετε ότι δεν είναι ήδη αργά;»
Ήταν η μόνη απάντηση που είχε προετοιμάσει.
«Το ότι σας εντόπισα. Και μπορώ να σας καταγγείλω ανά πάσα στιγμή. Αλλά απ’ ότι καταλαβαίνω, αυτό μάλλον δεν σας πτοεί. Ευτυχώς, παραμένω ο μοναδικός που μπορεί αυτή τη στιγμή να σας βοηθήσει να βγείτε από το επιχειρηματικό σας αδιέξοδο».
«Και για μένα ισχύει το ίδιο, νεαρέ» τον έκοψε αυστηρά ο άλλος. «Τώρα, φαντάζομαι, το ξέρεις».
«Δεν ξέρω αν ισχύουν όλα αυτά που μου είπες προχθές. Ξέρω ότι η απουσία μου από τη σημερινή εκδήλωση, για την οποία ευθύνεσαι αποκλειστικά, με έφερε αντιμέτωπο με μια συμπεριφορά που βάζει φρένο στις επιδιώξεις μου. Δες το κι έτσι: πλέον οφείλεις να με αποζημιώσεις».
Ο Άραβας γέλασε δυνατά. «Σε πέταξαν έξω με τις κλοτσιές, έτσι; Σ’ το είχα πει. Αν δεν ήσουν αρκετά επιπόλαιος ώστε να βγεις μόνος σου βόλτα στα σκοτεινά, αν είχε χρειαστεί να περιμένουμε να σε ξεμοναχιάσουμε στις τουαλέτες για να σε φέρουμε ως εδώ, τότε ίσως να μας είχα προλάβει εκείνοι. Γέλασε ξανά. «Σε κάθε περίπτωση, την απαγωγή δύσκολο να τη γλιτώσεις».
Ο Κωστής μούγκρισε ενοχλημένος. «Τελείωνε μ’ αυτά. Ώρα να μπούμε στο ψητό».
«Μη βιάζεσαι. Θα πρότεινα να φας κάτι πρώτα. Και να κοιμηθείς. Φτιάχνουν δυνατά ματζούνια στα μέρη μας. Φαίνεται να σε διέλυσε το συγκεκριμένο. Και φυσικά τώρα είσαι φιλοξενούμενός μου. Πες μου αν χρειάζεσαι οτιδήποτε, θα είναι χαρά μου να νιώσεις άνετα εδώ».
«Ένα τηλέφωνο» του είπε ο Κωστής, συνειδητοποιώντας ότι όντως δεν είχε δύναμη ούτε για παραπάνω λέξεις. Ένα τηλέφωνο ήθελε μόνο, να πει στο γέρο του πως όλα θα πήγαιναν καλά.